Τρίτη 6 Μαΐου 2014

Ο Επισκέπτης

Μέσα στο σκοτάδι της νύχτας ακούστηκαν αχνά βήματα. ΄Ηταν σαν κάποιος να περιπολούσε τον χώρο.Πηγαινοερχόταν δίπλα στον εξωτερικό τοίχο του σπιτιού,στο πέτρινο διάδρομο του κήπου.Ο ήχος των βημάτων δυνάμωνε και μετά από λίγο χανόταν. Το σκοτάδι είχε απλωθεί παντού γύρω. Η βαβούρα της ημέρας είχε σωπάσει, όπως κάθε βράδυ και μόνο τα νυχτοπούλια πετούσαν για να βρουν την τροφή τους δίπλα στην λίμνη.Τα φώτα από τις κολώνες των δρόμων ,φέγγιζαν αχνά ανάμεσα από τα πυκνά κλαδιά των δέντρων του κήπου.
Τα αστέρια αναβόσβηναν στον μαύρο ουρανό σαν κεριά που τρομοπαίζουν λίγο πριν σβήσουν και το φεγγάρι είχε χαθεί.
Ήταν περασμένες 12 και ο σκύλος φρουρούσε τον κήπο από τις γάτες και τα νυχτόβια ζώα. Ξαφνικά αφουγκράστηκε το χώρο.΄ Έμεινε ακίνητος με τεντωμένα τα κάτασπρα αυτιά του.Η στάση του σώματος του ήταν επιθετική, όπως το λιοντάρι πριν επιτεθεί στο ελάφι. Κάτι μυρίστηκε,κάτι μέσα στο χώρο,κάτι ανεπιθύμητο. ΄Ηταν το σπίτι του ,η δική του αυλή, και κανένας δεν ήταν καλοδεχούμενος, εκτός από τα αφεντικά του.
΄Αρχισε το συρτό γρύλισμα του. Στεκόταν ακίνητος με καθηλωμένο το βλέμμα του στο κενό του σκοταδιού. Γρύλιζε θυμωμένος. Ποιός ήταν αυτός που είχε τολμήσει να μπει στο σπίτι του,στη δική του περιοχή; Δεν θα τον άφηνε να πλησιάσει για κανέναν λόγο.Ήταν ανεπιθύμητος.
Τα βήματα ακούστηκαν να πλησιάζουν. Ηταν βήματα βαριά και καθαρά .Ακούστηκαν να σταματούν μπροστά στη βεράντα, εκεί που σταματούσε ο πέτρινος διάδρομος. Σιγή λίγων δευτερολέπτων πλανήθηκε στο αέρα. Ο σκύλος είχε αγριέψει για τα καλά. Έδειχνε τα κοφτερά δόντια του στον αόρατο εχθρό και άρχισε να γαβγίζει απειλητικά.
Είχα την αίσθηση ότι κάποιος η κάτι βρισκόταν εκεί. Δύο μέτρα μας χώριζαν και το διαπεραστικό βλέμμα του.΄ Ηταν καρφωμένο πάνω μου. Κάτι ήθελε να μου πει , κάτι ήθελε απο μένα.΄Οσο κι αν προσπαθούσα να διακρίνω μέσα στο σκοτάδι, δεν μπορούσα να δω τίποτα άλλο από μαυρίλα. Η αίσθηση της παρουσίας του, μου ανατρίχιαζε όλο μου το κορμί.΄ Ενα ρίγος με διαπέρασε και ο αέρας έγινε πιο δροσερός από τα συνηθισμένα βράδια του Αυγούστου. Παρέμεινα ακίνητη και παγωμένη όταν ο σκύλος με πλησίασε. Τώρα στεκόταν ακριβώς μπροστά στα πόδια μου. Κοιτούσε στο ίδιο σημείο με μένα, με την ίδια απειλητική διάθεση. Προσπαθούσε να με προστατέψει από την αόρατη για μένα παρουσία.
΄ Ειχα χάσει την αίσθηση του χρόνου, όταν τα βήματα ακούστηκαν και πάλι . Ο αόρατος επισκέπτης απομακρυνόταν εώς τη στιγμή που τα βαριά βήματα του χάθηκαν. Ο σκύλος σταμάτησε να γαβγιζει και γύρισε το βλεέμμα του προς εμένα. Με κοίταξε στα μάτια με καθάριο και λαμπερό βλέμμα, το βλέμμα του φύλακα, σαν να μου έλεγε:'' Μην ανησυχείς, έφυγε ''.
Η ουρά του τώρα κουνιώταν παιχνιδιάρικα .Τον χαίδεψα στο κεφάλι ,ήρεμη και ευχαριστημένη που με είχε προστατέψει για ένα ακόμα βράδυ.

https://plus.google.com/u/0/115409225841946644410/posts

Δεν υπάρχουν σχόλια: